εξάετες

εξάετες
ἑξάετες (Α)
επίρρ. βλ. εξαετής.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ἑξαετές — ἑξαετής six years old masc/fem voc sg ἑξαετής six years old neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἑξάετες — ἑξαετής six years old masc/fem voc sg ἑξαετής six years old neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ελλάδα - Εκπαίδευση — Η ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ Είναι οι λόγιοι της προεπαναστατικής περιόδου (β΄ μισό 18ου αιώνα μέχρι την κήρυξη της επανάστασης) οι οποίοι, προσβλέποντας στην πνευματική αναγέννηση του Γένους, που θα έφερνε και την… …   Dictionary of Greek

  • εξαετής — ές (θηλ. και εξαέτις) (AM ἑξαετής, ες Α και ἑξαέτης, ες AM θηλ. ἑξαέτις) 1. αυτός που διαρκεί έξι χρόνια («εξαετής πόλεμος, συμμαχία») 2. αυτός που έχει ηλικία έξι ετών αρχ. (το ουδ. ως επίρρ.) ἑξάετες επί έξι χρόνια. [ΕΤΥΜΟΛ. < εξα < ἕξ… …   Dictionary of Greek

  • Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”